ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο
Το ατύχημα
Μερικές φορές πρέπει να χαμογελάσεις στη ζωή για να χαμογελάσει και αυτή σε σένα…
Ήμουν τόσο ευτυχισμένη! Ο Edward μου έκανε πρόταση γάμου! Μου ζήτησε να τον παντρευτώ! Φυσικά και δέχτηκα! Αυτή ήταν η πιο όμορφη πρόταση που είχα δεχτεί ποτέ μου! Να μπορώ να μοιραστώ την ζωή μου μαζί του.... Για αυτό ζούσα ακόμη.. για να γίνω σαν και αυτόν και να ζήσουμε αιώνια ευτυχισμένοι…. Δεν μπορούσα να μην χαμογελάσω ακόμη κι αν βρισκόμουν ακόμη στο κρεβάτι! Ξύπνησα νωρίς.. ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος. Θα έβρεχε. Κάτι συνηθισμένο εδώ στο Φορκς. Ετοιμάστηκα και κατέβηκα για πρωινό.. Ο Τσάρλι μου έπιασε κουβέντα.
“ Σου έφερα τα αγαπημένα σου μπισκότα., με γέμιση σοκολάτα πραλίνα. Δοκίμασε.”
“Δεν μου αρέσουν!”. Είπα με μια έκφραση αηδίας.
“Μα εσύ τρελαινόσουν για αυτά!”
“Όταν ήμουν 4! Έχω μεγαλώσει μπαμπά είμαι 18 δεν μπορείς να με συγκρίνεις με το μικρό κοριτσάκι.” Αν συνεχίσει να το κάνει αυτό για μια ζωή, ειλικρινά, δεν θα το ανεχτώ!
“Σωστά… Για κοίτα στον καθρέφτη! Νομίζω βλέπω μια ρυτίδα στο μέτωπο”.
“Αστείο.’’Είπα φανερά συγχυσμένη και βγήκα έξω.. Ανέβηκα στο φορτηγάκι μου και ξεκίνησα για το σχολείο.
Άνοιξα με δυσκολία τα μάτια μου και αντίκρισα τον Jacob..Κοίταξα γύρω χαμένη.
“Τι συμβαίνει? Γιατί είμαι εδώ?”
“Θα σου εξηγήσω.. Ξεκουράσου πρώτα.. Το έχεις ανάγκη..”
“Jacob!” Φώναξα μα ο ίδιος με είχε ήδη εγκαταλείψει φεύγοντας από το δωμάτιο. Έτριψα τα μάτια μου με τα δάχτυλα μου για να συνέλθω.. Ήμουν τόσο ζεστή! Άγγιξα το μέτωπο μου που τσουρούφλιζε Μάλλον θα είχα πυρετό. Θα υπήρχε τουλάχιστον ένας σοβαρός λόγος για να βρίσκομαι εδώ! Ήθελα κάποιες εξηγήσεις.. Προσπάθησα να σηκωθώ μα ένιωσα το κορμί μου να βυθίζεται στον πόνο και εγκατέλειψα τις προσπάθειες. Τι στο καλό? Τελικά με όλη μου την δύναμη κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου. Έκανα δυο βήματα όμως κατέρρευσα..
“Τζεικ! Βοήθησε με!” Με άκουσε και έτρεξε στο δωμάτιο. Με έπιασε από την μέση και με μετέφερε πίσω στο κρεβάτι. Ένιωσα την ανάσα του στο πρόσωπο μου.
“Σου είπα να ξεκουραστείς Bella. Γιατί προσπαθείς να κάνεις κακό στον εαυτό σου?”
“Θέλω να μάθω! ” Είπα και διέκρινα στο πρόσωπο του μια έκφραση απογοήτευσης. Ξεφύσηξε και συνέχισε..
“ Χθες το πρωί είχες ένα ατύχημα στο δρόμο και τραυματίστηκες άσχημα. Το φορτηγάκι έπεσε πάνω στον κορμό ενός δέντρου. Δεν ξέρω πως έγινε αυτό, εσύ θα μου εξηγήσεις! ”
“Ο Edward?Το έμαθε?”
“Όχι, δεν…’’
“Γιατί δεν το είπες στον Edward? Έπρεπε να το μάθει! ” Τον διέκοψα. Γνώριζα τον λόγο που δεν του το είπε. Ήξερα πως μεταξύ τους επικρατεί μίσος. Αναρωτιόμουν.. Ο Edward δεν ένιωσε πως κινδυνεύω?
‘‘Ξεκουράσου.” Μου είπε και έφυγε ξανά αφήνοντας την ερώτηση μου αναπάντητη. Έκλεισα τα μάτια και άφησα τον ύπνο να πάρει τον πόνο μου μακριά.. Ονειρεύτηκα τον Edward..Ήμασταν στο δάσος κάτω από μια κληματαριά και πίναμε το αίμα ενός νεαρού κοριτσιού. Εφιάλτης θα έλεγα..
Ξύπνησα και σηκώθηκα με λιγότερη δυσκολία. Στο σαλόνι ήταν ο Τζεικ και η παρέα του. Βγήκα από το δωμάτιο αθόρυβα αλλά όλοι με κατάλαβαν και γύρισαν προς το μέρος μου.
Ο Σαμ σηκώθηκε μαζί με τους άλλους και βγήκε έξω. Μόνο ο Τζεικ έμεινε.
“Κάθισε Bella, θέλω να σου μιλήσω.” Περίμενα για λίγο αμίλητη να ακούσω αυτά που είχε να μου πει.
“Κοίταξε Bella, ο Σαμ σε έβγαλε από το φορτηγάκι.. είσαι πράγματι τυχερή! Πρέπει όμως να προσέχεις.. μπορεί να βρεθείς ξανά στην ίδια θέση αλλά να κανείς να μην μπορέσει να σε βοηθήσει. Μου φαινόταν γνώριμη αυτή η συμβουλή. Άγγιξε το χέρι μου και με διαπέρασε ένα ρίγος. Για πρώτη φορά ο Τζέικ είχε την ίδια θερμοκρασία σώματος με την δική μου. Θα ήταν από τον πυρετό μου, λογικά.
“Εντάξει θα προσέχω..’’ Είπα και κάθισα μπροστά στην τηλεόραση με τις ώρες. Ο πόνος δεν ήταν τόσο έντονος και ένιωθα σαν να είχα γίνει ήδη καλά! ‘‘Πολύ γρήγορα θεραπεύτηκα!’’ Σκέφτηκα.
Το απογευματάκι μετά από πολλές ώρες ζάπινγκ θέλησα να ξεφύγω λιγάκι.
‘‘Τζεικ, θα πάω μια βόλτα στο δάσος..” Έκανα να φύγω μα ο Τζεικ με σταμάτησε.
‘‘Bella, υποσχέσου μου ένα πράγμα’’. Είπε και διέκοψε την φράση του. ‘‘Τι να του υποσχεθώ δηλαδή?’’. ‘‘Δεν θα πλησιάσεις τον Edward... για το δικό σου καλό.”
“Τι? Δεν σου το υπόσχομαι.. Θέλω να μιλήσω στον Edward” Είπα και τα μάτια μου πετάρισαν για να του δείξω πως το έχω ανάγκη’’
“Σε παρακαλώ..” Μου είπε με ύφος μικρού κουταβιού.
“Εντάξει, το υπόσχομαι.” Είπα και έκανα μια στροφή για να φύγω. Έκλεισα πίσω την πόρτα και προχώρησα προς το δάσος.. μα κάτι διαφορετικό υπήρχε στην ατμόσφαιρα. Όλα μου φαίνονταν διαφορετικά. Τα πουλάκια πάνω στα δέντρα, το γρασίδι και το έδαφος, ο ουρανός, μια απαίσια άγνωστη μυρωδιά που την ακολούθησα από περιέργεια.. Σύντομα κατάλαβα από πού ερχόταν η μυρωδιά…
“Έμετ, μυρίζεις..” Του φώναξα από 10 μέτρα απόσταση χωρίς να ολοκληρώσω. Γύρισε το κεφάλι του να με δει μα αντί να με χαιρετίσει ή να πει κάτι.. εξαφανίστηκε! Τόσο γρήγορα! Χωρίς να πει τίποτα. Μα τι έκανα? Τι τον προκάλεσε? Δεν μπορούσα να καταλάβω! Πήρα τον δρόμο για την οικία των Cullens..προφανώς θα ήταν εκεί ο Edward. Δεν με ένοιαζε κι αν το υποσχέθηκα στον Τζέικ. Είχα ανάγκη να τον δω. Το αυτοκίνητο ήταν εκεί.. Χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε η Άλις.
“Hi, Bella!” Με χαιρέτησε και μου χάρισε ένα χαμόγελο. Περίμενα λίγο να μου πει να περάσω μα εξαφανίστηκε το ίδιο γρήγορα. Δεν είχα ιδέα γιατί οι Cullens με απέφευγαν. Ίσως ο Edward τους απαγόρεψε.. Δεν μπορεί!
Μπήκα μέσα στο σπίτι αφού η πόρτα ήταν ακόμη ανοιχτή…δεν ήταν κανείς! Η Άλις και ο Έμετ εξαφανίστηκαν…Ο Edward δεν φαινόταν… Δεν υπήρχε λόγος να βρίσκομαι εκεί. Ίσως να περνούσα από τον Τσάρλι για να του πω πως είμαι καλά. Ούτως η άλλος δεν νομίζω να ήξερε για το ατύχημα. Δεν τον βρήκα όμως στο σπίτι. Και δεν είχα κλειδιά οπότε θέλησα να γυρίσω πίσω στον Τζεικ. Πήρα τον δρόμο μέσα από το δάσος. Καθώς το διέσχιζα οσμίστηκα πάλι αυτή την απαίσια άγνωστη σε μένα μυρωδιά. Ο Έμετ! Επιτέλους! Θα μου έδινε τις εξηγήσεις που περίμενα. Έτσι πίστευα! Δεν ήταν όμως ο Έμμετ! Ήταν η Βικτώρια! Στεκόταν εκεί και με κοιτούσε με τα διψασμένα για αίμα μάτια της.
“Bella,Bella..Δεν περίμενα ότι θα έρθεις..!”
“Δεν είμαι εδώ για σένα.” Ο φόβος με κατέλαβε. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Ένιωθα να με κυριεύει αυτό το συναίσθημα στο έπακρο..
“Δεν πειράζει.. φτάνει που είσαι εδώ..” Είπε και γέλασε σαρκαστικά. Με πλησίασε και με χάιδεψε στο σαγόνι.
“Άφησε με!” Φώναξα αναστατωμένη! Ένιωσα την ανάσα της στο πρόσωπο και αηδίασα. ‘‘Που είναι τώρα ο Edward που τον χρειάζομαι?’’
“Αν μου κάνεις κακό…” Είπα γεμάτη θυμό και διέκοψα την φράση μου. Ένιωσα να τυλίγομαι σε μια φλόγα, κάτι πολύ παράξενο και πρωτόγνωρο για εμένα. Το βλέμμα της ήταν καρφωμένο πάνω μου. Μου όρμηξε χωρίς δισταγμό.. έπεσε πάνω στο κορμί μου και ένιωσα τα δόντια της στο λαιμό μου.. Δεν με δάγκωσε, δηλαδή δεν πρόλαβε να με δαγκώσει. Δεν ήμουν πια η Bella. Μεταμορφώθηκα…Η θερμοκρασία ανέβηκε.. Άλλαξα. Πήρα την μορφή λύκαινας.. Η Βικτώρια με κοίταξε έντρομη. Το έβαλε στα πόδια και δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω.. Δεν με ένοιαζε η Βικτώρια. Αλλά αυτό που μου συνέβενε τώρα…Διατηρούσα ακόμη αυτή τη μορφή. Ήμουν απαίσια! Ήθελα αμέσως να δω τον Jacob και να μου εξηγήσει τι συμβαίνει. Εμφανίστηκε από το πουθενά με μορφή λύκου έτοιμος να με προστατέψει μα όπως φαίνεται υπερασπίστηκα μόνη μου τον εαυτό μου. Τα κρυστάλλινα μάτια του κατόπτριζαν το είδωλο μου.. Πήρε την ανθρώπινη μορφή του.. Περίμενα να μου πει κάτι, να εξηγήσει αλλά παρέμενε σιωπηλός. Φαινόταν πως κάτι μου έκρυβε…Πήρα κι εγώ την ανθρώπινη μορφή μου.
‘‘Θα σου εξηγήσω,Bella..’’ Είπε και δεν σήκωσε τα μάτια του από το έδαφος. Δεν χρειαζόταν να μου εξηγήσει. Είχα καταλάβει. Με είχε μετατρέψει. Αλλά γιατί? Για να μην γίνω βρικόλακας? Για να μην παντρευτώ τον Edward?
‘‘Γιατί, Τζεικ? Γατί μου το έκανες αυτό? Για μια στιγμή νόμιζα πως είναι όνειρο αλλά η αλήθεια της πραγματικότητας δεν με άφηνε να ονειρευτώ αυτό που λαχταρούσα: Πως ήμουν ακόμη άνθρωπος!
‘‘ Ο Σαμ.. Δεν είχε άλλη επιλογή, θα πέθαινες! ’’ Με κοίταξε σαν να λυπόταν αλλά ήμουν σίγουρη πως ένα κομμάτι μέσα του χαιρόταν που κατάφερε να αποτρέψει τον μέλλοντα βαμπιρισμό μου. Με κατάστρεψε! Ήμουν λυκάνθρωπος! Τι θα γινόταν τώρα ο γάμος μου με τον Edward? Τι θα του έλεγα?
‘‘Πως με μετέτρεψε? Εσύ δεν είπες πως έτσι γεννιέσαι? Θεέ μου! Με κατάστρεψες, Τζεικ, με κατάστρεψες!’’ Φώναξα με όλη μου την ψυχή και έβαλα τα κλάματα. Ήμουν πολύ θυμωμένη.. τόσο ώστε να μεταμορφωθώ χωρίς την θέληση μου. Δεν του επιτέθηκα, απλώς έφυγα. Δεν έφταιγε αυτός.
Τα δάκρυα μου δεν ήταν τίποτα μπροστά στο τεράστιο κενό στο στήθος μου που άνοιξε για μια ακόμη φορά. Η ζωή μου θα τελείωνε εδώ. Θα ξεχνούσα την οικογένεια μου, τον Τσάρλι, την μητέρα μου…Τον Edward, τον γάμο μας.. Τα πάντα, όλα!